Δευτέρα 29 Μαΐου 2017

Βαρθολομαίος Ντιάζ: Η Ανακάλυψη του Ακρωτηρίου της Καλής Ελπίδας


   Το 1486, ο Ντιόγκο Κάο επιστρέφει στην Λισσαβόνα μετά από μία ακόμη προσπάθεια των Πορτογάλων να ανακαλύψουν το θαλάσσιο πέρασμα που θα τους οδηγούσε στην Ινδία. Ο Ντιόγκο Κάο, είχε φτάσει μέχρι τις άγονες ακτές της ερήμου της Ναμίμπια όπου δεν ήταν ορατό το ενδεχόμενο εύρεσης νέων προμηθειών καθώς οι υπάρχουσες είχαν αρχίσει να εξαντλούνται ήδη. Έπειτα, αναζήτησε το πέρασμα μέσω του ποταμού του Κονγκό, αλλά και εκεί οι προσπάθειες του σταμάτησαν όταν βρέθηκε μπροστά στους καταρράκτες της Γιελάλα με τον ίδιο να πεθαίνει κατά την διάρκεια της αποστολής. Το γεγονός αυτό όμως, δεν πτόησε τον Βασιλιά Ιωάννη τον Δεύτερο της Πορτογαλίας. Με το που επέστρεψαν τα πλοία του Ντιόγκο Κάο, αμέσως έδωσε την εντολή να προετοιμαστεί η επόμενη εξερευνητική αποστολή. Ως ναύαρχο για την αποστολή αυτή, όρισε έναν ιππότη του Βασιλικού Δικαστηρίου και Πλοίαρχο του πολεμικού πλοίου Σάο Κριστοβάο. Αυτός ήταν ο Βαρθολομαίος Ντιάζ. 

  Στις 10 Οκτωβρίου του 1487, ο Βαρθολομαίος Ντιάζ με το πλοίο Σάο Κριστοβάο, το πλοίο Σάο Παντελάο και ένα ακόμη πλοίο υποστήριξης στο οποίο Πλοίαρχος ήταν ο αδελφός τού Πέρο Ντιάζ, απέπλευσε από την Λισσαβόνα με πρώτο προορισμό την πορτογαλική αποικία της Μίνα στην σημερινή Γκάνα. Στην Μίνα, ο Ντιάζ εφοδίασε καλά τα πλοία του, αρχίζοντας στην ουσία από εκεί την εξερεύνηση. Πλέοντας νότια και κατά μήκος των Αφρικανικών ακτών, τον Δεκέμβριο του 1487 είχε φτάσει νοτιότερα από το Ακρωτήριο Κρος όπου είχε φτάσει ο Ντιόγκο Κάο, στον Κόλπο Γουάλβις (εκεί που σήμερα βρίσκεται η πόλη Γουάλβις Μπέι). Συνεχίζοντας νοτιότερα, έχοντας περάσει στις σημερινές ακτές της Νότιας Αφρικής, έπεσε σε μια δυνατή και διαρκής καταιγίδα η οποία έμεινε στην Ιστορία των Ανακαλύψεων ως η πιο χαρακτηριστική για την προσπάθεια και τις αντιξοότητες που αντιμετωπιζαν οι θαλασσοπόροι της εποχής. Οι δυνατοί άνεμοι σε συνδυασμό με τα αντίθετα θαλάσσια ρεύματα, παρέσυραν τα πλοία ώστε να χαθεί η επαφή τους με τις ακτές και να πλέουν για μέρες στα τυφλά, αφού και τα ουράνια σώματα από τα οποία θα μπορούσαν να βρουν την τοποθεσία τους και να υπολογίσουν την πορεία τους, δεν ήταν ορατά λόγω των νεφών. 

   
    Όταν οι καιρικές συνθήκες καλυτέρευσαν και ο ορίζοντας άνοιξε, ο Βαρθολομαίος Ντιάζ και το πλήρωμα του, δεν μπορούσαν να δουν κανένα σημάδι στεριάς. Χωρίς να το γνωρίζουν, είχαν παρασυρθεί αρκετά νοτιότερα από το νότιο άκρο της Αφρικής. Ο Ντιάζ, προσπαθώντας να βρει και πάλι τις Αφρικανικές ακτές ώστε να συνεχίσει την εξερεύνηση του, έπλευσε ανατολικά.
 Ακολουθώντας για αρκετές μέρες αυτή την κατεύθυνση, συνέχισε να βλέπει μόνο θάλασσα. Ώσπου αποφάσισε να αλλάξει την πορεία του και να πλεύσει βόρεια. Έτσι, στις 3 Φεβρουαρίου του 1488, τα πλοία έφτασαν σε έναν κόλπο γεμάτο από βλάστηση. Στην περιοχή αυτή, σήμερα βρίσκεται η πόλη της Νοτίου Αφρικής, Μόσελ Μπει. Ο Ντιάζ, χωρίς να το έχει καταλάβει, είχε περιπλεύσει το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, και τα πλοία του, ήταν τα πρώτα ευρωπαϊκά πλοία που έπλεαν στον Ινδικό Ωκεανό. Παρατηρώντας πως οι ακτές δεν βρίσκονταν πια ανατολικά αλλά βόρεια και πως προς την κατεύθυνση που τις έβλεπε μέχρι πρότινος υπήρχε πλέον ανοιχτή θάλασσα, ο Ντιάζ, αντιλήφθηκε πως ήταν μπροστά στο θαλάσσιο πέρασμα που θα τον οδηγούσε στην Ινδία. Αυτό, άρχισε να επαληθεύεται κατά την συνέχεια της εξερεύνησης όταν στις 12 Μαρτίου του 1488, έφτασε στην κόλπο της Αλγκόα, εκεί που σήμερα βρίσκεται η πόλη του Πορτ Ελίζαμπεθ. Εκεί, παρατήρησε πως η ακτογραμμή συνέχιζε βορειοανατολικά καταλαβαίνοντας έτσι πως είχε ήδη περιπλεύσει το Νότιο άκρο της Αφρικής. 

   Ο Ντιάζ, ήθελε να συνεχίσει το ταξίδι και να βρει τον θαλάσσιο δρόμο για την Ινδία. Το εξαντλημένο πλήρωμα του όμως, αρνήθηκε να συνεχίσει και έτσι, ο Ντιάζ, περιορίστηκε στο να στήσει ένα παδράο και έπειτα, πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Κατά την επιστροφή, τον Μάιο του 1488 ανακάλυψε και το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας το οποίο δεν είχε δει όταν κατευθυνόταν ανατολικά λόγω της καταιγίδας που τον παρέσυρε νοτιότερα. Για τον λόγο αυτό, το ονόμασε Ακρωτήριο των Καταιγίδων (Cabo das Tormentas). Τον Δεκέμβριο του 1488, η αποστολή του Ντιάζ επέστρεψε στην Λισσαβόνα. Ο Ντιάζ, αφού τιμήθηκε, εξιστόρησε στον Βασιλιά Ιωάννη τις ανακαλύψεις από το ταξίδι του. Οι νέες ανακαλύψεις του Ντιάζ, τόνωσαν τόσο την ελπίδα του Βασιλιά για την πολυπόθητη εύρεση του θαλάσσιου δρόμου προς την Ινδία, που τον έκαναν να μετονομάσει το Ακρωτήριο των Καταιγίδων σε Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας. 




   Τα επόμενα οχτώ χρόνια, οι Πορτογάλοι θα προετοιμάσουν μια καλά οργανωμένη αποστολή ώστε να πραγματοποιήσουν με επιτυχία το πρώτο ταξίδι προς την Ινδία του οποίου θα ηγηθεί ο Βάσκο ντα Γκάμα. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας αυτής, ο Βασιλιάς Ιωάννης, έστειλε δύο κατασκόπους προς την Ινδία μέσω του παλιού εμπορικού δρόμου για να συλλέξουν πληροφορίες για την περιοχή, που θα ωφελούσαν στην επόμενη αποστολή. Ο Ντιάζ, είχε ενεργό ρόλο καθώς βοήθησε με την εμπειρία του στην κατασκευή των δύο από τα πλοία της επόμενης αποστολής. Ένα εξ αυτών, ήταν το πλοίο του Βάσκο ντα Γκάμα, Σάο Γκαμπριέλ. Κατά το πρώτο ταξίδι στην Ινδία, ο Ντιάζ συνόδευσε την αποστολή μέχρι το Πράσινο Ακρωτήριο. Ενώ στο δεύτερο ταξίδι προς την Ινδία όπου προέκυψε και ανακάλυψη της Βραζιλίας, συμμετείχε ως Πλοίαρχος σε ένα από τα πλοία της αρμάδας του Πεντρο Άλβαρεζ Καμπράλ. Ο Ντιάζ όμως, δεν έφτασε ποτέ στην Ινδία. Καθώς η αρμάδα του Καμπράλ πλησίαζε το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, έπεσε σε μια από τις ισχυρές καταιγίδες του, με συνέπεια τέσσερα πλοία να βυθιστούν. Ένα από αυτά, ήταν και το πλοίο του Βαρθολομαίου Ντιάζ το οποίο βυθίστηκε στις 29 Μαΐου του 1500 έτσι ώστε ο σπουδαίος αυτός θαλασσοπόρος να χαθεί στα νερά του εμβληματικού Ακρωτήριου της Καλής Ελπίδας που ο ίδιος ανακάλυψε. 






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου