Έναν χρόνο μετά την επιστροφή του Βάσκο ντα Γκάμα και την ανακάλυψη του θαλάσσιου δρόμου προς την Ινδία, Στις 9 Μαρτίου του 1500, ένας Πορτογαλικός στόλος απαρτιζόμενος από 13 πλοία και 1500 άνδρες, αναχωρεί από την Λισσαβόνα για το δεύτερο ταξίδι προς την Ινδία, υπό τον Πέντρο Άλβαρεζ Καμπράλ. Το ταξίδι αυτό όμως, είχε και έναν ακόμα κρυφό σκοπό που πολλοί αποδίδουν ως τυχαίο γεγονός.
Το 1492, ο Κολόμβος, φτάνει για πρώτη φορά στην Αμερική, ανακαλύπτοντας τα πρώτα νησιά της Καραϊβικής. Από τότε, στην περιοχή έφταναν ολοένα και περισσότερα Ισπανικά πλοία εξερευνώντας τις Αμερικανικές ακτές της Κεντρικής Αμερικής, νομίζοντας ακόμα πως βρίσκονταν στην Ασία. Επεκτείνοντας τις εξερευνήσεις τους προς τις βόρειες ακτές της Νότιας Αμερικής, είχαν φτάσει μέχρι και τις βορειοανατολικές ακτές της σημερινής Βραζιλίας, τις οποίες όμως δεν μπορούσαν να αξιώσουν ως δικές τους κτίσεις καθώς σύμφωνα με την Συνθήκη της Τορδεσίγιας, τα εδάφη αυτά βρίσκονταν στην γεωγραφική περιοχή των Πορτογάλων. Οι Ισπανοί, κράτησαν κρυφή την ύπαρξη των εδαφών αυτών, ώστε να κρατήσουν μακριά από την περιοχή, τους ανταγωνιστές Πορτογάλους. Το 1499, όταν το πρώτο από τα πλοία του Βάσκο ντα Γκάμα επέστρεφε στην Λισσαβόνα για να αναγγείλει την ανακάλυψη του θαλάσσιου δρόμου προς την Ινδία, στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, ο Αμέριγκο Βεσπούτσι, ακολουθώντας τον Ισπανό θαλασσοπόρο Αλόνσο δε Οχέδα, εξερευνούσε τις βόρειες ακτές της Νότιας Αμερικής, φτάνοντας μέχρι και τις εκβολές του Αμαζονίου, σταματώντας εκεί καθώς πλέον άρχιζε η Πορτογαλική περιοχή. Η συνέχιση των ακτών όμως προς τα νοτιοανατολικά, ήταν μια ισχυρή ένδειξη πως από εκείνο το σημείο και πέρα, υπήρχε μια ανεξερεύνητη γη για τους Πορτογάλους για την την οποία ακόμα δεν γνώριζαν. Ή μήπως γνώριζαν;
Οι Πορτογάλοι, ως πρωτοπόροι στις θαλάσσιες εξερευνήσεις, πριν αρχίσουν μια μεγάλη εξερευνητική αποστολή, γνωρίζοντας καλά πόσο σημαντική είναι η επιτυχία της αλλά και πόσο καταστροφική θα μπορούσε να είναι η αποτυχία της, φρόντιζαν να συλλέξουν κάθε πληροφορία που θα τους ωφελούσε στο κάθε τους εξερευνητικό εγχείρημα. Όπως, για παράδειγμα, πριν στείλουν τον Βάσκο ντα Γκάμα να ανακαλύψει τον θαλάσσιο δρόμο προς την Ινδία, είχαν ήδη στείλει κατασκόπους προς τις Αφρικανικές ακτές του Ινδικού. Μία από τις τακτικές τους, ήταν να στέλνουν άκρως μυστικές αποστολές προς τις περιοχές που είχαν σκοπό να εξερευνήσουν. Μία τέτοια αποστολή, ήταν του Πορτογάλου θαλασσοπόρου Δουάρτε Πασέκο Περέιρα η οποία από πολλούς σήμερα αμφισβητείται, κάτι που είναι λογικό καθώς λόγω της μυστικότητας της, δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες. Ο Πορτογάλος Βασιλιάς, έχοντας μάθει προφανώς πως στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού υπάρχουν εδάφη που βρίσκονται στο Πορτογαλικό ημισφαίριο, ανέθεσε στον Περέιρα την μυστική αποστολή, να πλεύσει δυτικότερα του Πράσινου Ακρωτηρίου ώστε να πιστοποιήσει την ύπαρξη τους. Ο Περέιρα, επαλήθευσε τις πληροφορίες, φτάνοντας στις βόρειες ακτές της σημερινής Βραζιλίας.
Όντας βέβαιοι οι Πορτογάλοι πως νοτιοδυτικά στον Ατλαντικό υπάρχουν ανεξερεύνητα εδάφη για εκείνους, η πορτογαλική αρμάδα του Πέντρο Άλβαρεζ Καμπράλ που απέπλευσε για το δεύτερο ταξίδι προς την Ινδία από την Λισσαβόνα μετά των επευφημιών του πλήθους που είχε μαζευτεί στις όχθες του Τάγου, είχε και ένα κρυφό σκοπό. Να πλεύσει πρώτα νοτιοδυτικά προς τον Ατλαντικό ώστε να βρει αυτά τα εδάφη. Στις 21 Απριλίου του 1500, έχοντας φτάσει αρκετά δυτικά, τα πληρώματα των πλοίων άρχισαν να βλέπουν στην επιφάνεια τις θάλασσας φύκια τα οποία ήταν η πρώτη ένδειξη πως τα πλοία βρίσκονταν κοντά σε κάποια ακτή. Την επόμενη μέρα, στις 22 Απριλίου του 1500, οι οπτήρες των πλοίων αντίκρισαν μια ακτή γεμάτη από βλάστηση. Ο στόλος του Πέντρο Άλβαρεζ Καμπράλ, μόλις είχε ανακαλύψει - επισήμως - την Βραζιλία. Την επόμενη ημέρα, ο Καμπράλ έστειλε στην ακτή μερικούς άνδρες υπό τον Νικολάου Κοέλιο για να τους πλησιάσει. Οι ιθαγενείς τους υποδέχθηκαν ειρηνικά και αντάλλαξαν δώρα. Όταν ο Κοέλιο επέστρεψε, ο Καμπράλ του έδωσε την εντολή να πάει με το πλοίο του βορειότερα και να βρει ένα ασφαλέστερο καταφύγιο για τον στόλο. Ακολουθώντας τις εντολές του Καμπράλ, ο Κοέλιο έπλευσε βορειότερα και βρήκε ένα ασφαλές λιμάνι εκεί που σήμερα βρίσκεται η πόλη του Πόρτο Σεγκούρο όπου στην Πορτογαλική γλώσσα σημαίνει "ασφαλές λιμάνι”.
Αφού ο στόλος μεταφέρθηκε στο ασφαλές αυτό καταφύγιο, ο πιλότος του Καμπράλ, έφερε στο πλοίο δύο από τους ιθαγενείς που είχαν μαζευτεί στην ακτή. Ο Καμπράλ τους προσέφερε δώρα συνάπτοντας μία ακόμη ειρηνική επαφή. Στις 26 Απριλίου όπου ήταν η μέρα του Πάσχα, οι Πορτογάλοι αποβιβάστηκαν στην ακτή για να το γιορτάσουν. Έστησαν έναν μεγάλο ξύλινο σταυρό όπου εκεί ο Καμπράλ ανακήρυξε την νέα αυτή γη ως κτήση του Βασιλιά της Πορτογαλίας ονομάζοντας την Βέρα Κρουζ (Αληθινός σταυρός). Εκεί, οι άνδρες εφοδίασαν τα πλοία με νέες προμήθειες. Την επόμενη μέρα, ο Καμπράλ έστειλε ένα πλοίο πίσω στην Πορτογαλία για να αναγγείλει το γεγονός της νέας ανακάλυψης. Έπειτα, ο Καμπράλ με τον στόλο του συνέχισε να πλέει νότια κατά μήκος των ακτών της Βραζιλίας προσπαθώντας να κάνει τον περίπλου της καθώς νόμιζε πως ήταν κάποιο νησί. Μετά από τρεις μέρες όμως, είδε πως η κατεύθυνση της ακτογραμμής δεν άλλαζε συνειδητοποιώντας έτσι πως η γη που ανακάλυψε ήταν μέρος μιας μεγάλης ηπειρωτικής χώρας. Μην γνωρίζοντας πόσο θα διαρκούσε αυτή η εξερεύνηση, στις 5 Μαΐου, αναχώρησε για τον αρχικό σκοπό του ταξιδιού του κατευθυνόμενος προς την Ινδία.
Καθώς τα κέρδη από το εμπόριο με την Ινδία και μετέπειτα με την Ασία ήταν μεγάλα, αρχικά, οι Πορτογάλοι δεν έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την Βραζιλία. Αυτό όμως, έδωσε χώρο στους ανταγωνιστές τους, να εκμεταλλεύονται τους φυσικούς πόρους της χώρας. Έτσι, το 1529, τα εδάφη της χώρας χωρίστηκαν σε Καπιτανίες, των οποίων οι διοικήσεις τους παραχωρήθηκαν σε Πορτογάλους ευγενείς, χωρίς αυτό όμως να αποδώσει ιδιαίτερα με συνέπεια η διοίκηση της χώρας να αναδιοργανωθεί σε πολιτείες, όπως είναι και σήμερα. Τον 16ο αιώνα, η Πορτογαλική παρουσία άρχισε να γίνεται εντονότερη καθώς η καλλιέργεια της γης και η εξαγωγή των προϊόντων της προς την Ευρώπη, άρχισε να αποδίδει σημαντικά κέρδη. Το 1720, στην Βραζιλία καλλιεργήθηκε για πρώτη φορά καφές, φτάνοντας το 1850, να έχει γίνει η χώρα που παράγει το 50% του καφέ, παγκοσμίως. Στις 7 Οκτωβρίου του 1822, η Βραζιλία ανεξαρτητοποιήθηκε από την Πορτογαλία ως Αυτοκρατορία της Βραζιλίας που εκτεινόταν στα σημερινά της σύνορα συμπεριλαμβανόμενης και της Ουρουγουάης η οποία ανεξαρτητοποιήθηκε τρία χρόνια μετά. Το 1889 η χώρα μεταβάλλετε σε Ομοσπονδιακή Δημοκρατία, μετονομαζόμενη ως Δημοκρατία των Ηνωμένων Πολιτειών της Βραζιλίας μέχρι το 1930 όπου επιβάλλεται στην χώρα, Δικτατορία. Το 1945 επανέρχεται η Δημοκρατία για να καταλυθεί και πάλι από μια νέα Δικτατορία το 1964 η οποία διήρκεσε μέχρι το 1985. Από τότε έως σήμερα, η Βραζιλία παραμένει μία ομοσπονδιακή δημοκρατία.
Το όνομα της χώρας, προέρχεται από ένα είδος δέντρου που ευδοκιμεί εκεί το οποίο οι Πορτογάλοι ονόμασαν Πάου Μπρασίλ (Pau-Brasil). Για τον λόγο αυτό, αρχικά, ονόμασαν την χώρα Γη του Μπρασίλ (Terra do Brasil). Το “Pau” στα πορτογαλικά σημαίνει “ράβδος” (ξύλου) ενώ η ετυμολογία της λέξης “Brasil” προέρχεται από την λατινική λέξη “brasa” που σημαίνει “χόβολη” (δηλαδή, την στάχτη της φωτιάς που εξακολουθεί να πυρώνει) χαρακτηρίζοντας έτσι το κοκκινωπό χρώμα του ξύλου του δέντρου, προσθέτοντας την προσδιοριστική κατάληξη “il”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου