Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος, ήταν ένας επιφανής μαθηματικός, φυσικός, αστρονόμος και γεωγράφος της Αλεξάνδρειας του 2ου αιώνα μ.Χ. Ένα από τα έργα του, ήταν το “Γεωγραφική Υφήγησις” στο οποίο, σε έξι τόμους, περιέγραφε τον γνωστό τότε Κόσμο, αντλώντας πληροφορίες από προγενέστερους γεωγράφους αλλά και από αναφορές θαλασσοπόρων οι οποίες στο πέρασμα του χρόνου χάθηκαν. Στο έργο του αυτό, παρέθετε και χάρτες οι οποίοι δεν διασώθηκαν καθώς οι μεταγενέστεροι που αντέγραψαν το έργο του, περιορίστηκαν στα κείμενα. Αν και το πρωτότυπο σύγγραμμα έχει χαθεί, το έργο του διασώθηκε και έγινε αντικείμενο έντονης μελέτης κατά τον 15ο αιώνα από τους Ευρωπαίους, όταν άρχισαν οι πρώτες ναυτικές εξερευνήσεις προς τον άγνωστο τότε Ατλαντικό Ωκεανό.
Η πρώτος σωζόμενος χάρτης που σχεδιάστηκε με βάση τις περιγραφές του Πτολεμαίου |
Κατά τον μεσαίωνα, εμφανίζεται η πρώτη - διασωζόμενη - έκδοση ενός παγκόσμιου χάρτη ο οποίος σχεδιάστηκε σε κωνική προβολή περίπου το έτος 1300 στην Κωνσταντινούπολη πιθανότατα από τον Βυζαντινό μοναχό και συγγραφέα, Μάξιμο Πλανούδη. To 1407, γίνεται η πρώτη μετάφραση του στα λατινικά από τον Φλωρεντινό Ιάκωβο Ντ’Άντζελο. Έπειτα, ο χάρτης του Ντ'Άντζελο θα επανασχεδιαστεί από μεταγενέστερους ευρωπαίους χαρτογράφους με γνωστότερη έκδοση εκείνη του 1467 από τον Γερμανό χαρτογράφο, γνωστό ως Νικολάους Τζερμάνους (το πραγματικό του όνομα παραμένει άγνωστο).
Ο Πτολεμαίος, αν και υποστήριζε την σφαιρικότητα της Γης, πίστευε πως είναι ακίνητη και μεγαλύτερη από τα υπόλοιπα ουράνια σώματα ενώ η κατοικήσιμη έκταση της, καταλαμβάνει το ένα πέμπτο της σφαίρας καθώς το υπόλοιπο μέρος της καλύπτεται από θάλασσα. Αυτή η θεωρία, υιοθετήθηκε μέχρι και τον Ύστερο Μεσαίωνα, καθιστώντας τον Δυτικό Ωκεανό (Ατλαντικό) αδιάπλευστο μέχρι που το 1492, με το πρώτο ταξίδι του Κολόμβου στην Αμερική τα γεωγραφικά δεδομένα άρχισαν να αλλάζουν.
Βόρεια της Ευρώπης, είναι προφανές πως οι γεωγραφικές πληροφορίες της περιοχής, έχουν αντληθεί κατά βάση από το ταξίδι του Πυθέα, με την σχεδίαση των νησιών που είχε αναφέρει ο Μασσαλιώτης θαλασσοπόρος, να είναι αφηρημένη συμπεριλαμβανόμενης και του απροσδιόριστου νησιού της Θούλης.
Στο νότιο τμήμα του χάρτη, παρόλο που η έρημος Σαχάρα ήταν η νότια εσχατιά του γνωστού Κόσμου, ο Πτολεμαίος εκτίμησε πως η Αφρική συνεχίζει και ενώνεται με την Ασία, μέσω μιας νότιας άγνωστης γης η οποία περιβάλει τον Ινδικό Ωκεανό. Αν και το 1497 ο Βάσκο ντα Γκάμα ανέτρεψε στην πράξη την θεωρία αυτή ανακαλύπτοντας τον θαλάσσιο δρόμο προς την Ινδία, η θεωρία της Νότιας Άγνωστης Γης (Terra Incognita Australis) παρέμεινε μέχρι που επιβεβαιώθηκε τον 19ο αιώνα κατά πολύ νοτιότερα από όσο εικαζόταν, με τους πρώτους εξερευνητές να φτάνουν στην Ανταρκτική. Το νότιο τμήμα της Αφρικής, το ονομάζει ως Ενδότερη Αιθιοπία, καθώς στην αρχαιότητα, ως Αιθίοπες ονομάζονταν οι λαοί που ζούσαν νότια της Αιγύπτου.
Η ανατολικότερη γνωστή χώρα του Κόσμου, ήταν η Κίνα της οποίας η ονομασία ήταν Σίνα (εξού και οι σημερινές ονομασίες “Σινικό Τοίχος” και “Σινική Θάλασσα”), μια ονομασία που εμφανίζεται για πρώτη φορά στην Ινδία του 5ου αιώνα π.Χ. Τα όρια της όμως ήταν αδιευκρίνιστα και παρέμειναν έτσι μέχρι τον 13ο αιώνα, όπου ο Μάρκο Πόλο έφτασε στις ανατολικές ακτές της Κίνας και από τις περιηγήσεις του, στην Ευρώπη έφτασαν σημαντικές πληροφορίες για το ανατολικό άκρο της Ευρασίας. Το ανατολικότερο γνωστό νησί του Κόσμου, ήταν η Ταπροβάνη (σημερινή Σρι Λάνκα) την οποία ανέφερε για πρώτη φορά ο ιστορικός Μεγασθένης τον 4ο αιώνα π.Χ. Τέλος, ο περιβαλλόμενος από στεριά Ινδικός Ωκεανός, είχε την ονομασία Πρασώδης Θάλασσα (δηλαδή, Πράσινη Θάλασσα) για αδιευκρίνιστους λόγους, ενώ η Ινδική Θάλασσα περιοριζόταν στις θαλάσσιες περιοχές γύρω από την Ινδία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου